- περίτιμος
- -ον, Αβαρύτιμος, πολύ μεγάλης αξίας.[ΕΤΥΜΟΛ. < περι-* + -τιμος (< τιμή), πρβλ. έν-τιμος].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
τιμή — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται η ποσότητα χρήματος που δίνεται σε αντάλλαγμα αγαθών ή υπηρεσιών ή, πιο συγκεκριμένα, η αξία των αγαθών και των υπηρεσιών εκφραζόμενη σε χρήμα. Συχνά, αντί για τη λέξη τ., προτιμούν να χρησιμοποιούν, ειδικά στην… … Dictionary of Greek